Πανδατερία

Από πού έρχονται εκείνοι
που ενοχλούν τις νύχτες
και κοιτούν διερευνητικά
ψάχνοντας μέρος να μείνουν
κρατώντας αποστάσεις
σαν ομίχλη στο σκοτάδι
σαν βρεγμένο σκυλί
που δεν μπορεί
χωρίς συντροφιά
αλλά θυμάται τον ήχο
του θανάτου

Οι άνθρωποι
γεννιούνται σε αποστάσεις
και παίρνουν το χρώμα
του πιο μακραίωνου ταξιδιού
και κανείς ποτέ
δεν τους ακολουθεί
πριν ξημερώσει
πριν εκδιωχθεί
κι ο τελευταίος φοβισμένος
του σύμπαντος

Από πού έρχονται εκείνοι
που ποθούν κάθε φορά αφιερώσεις
και λέξεις δισυπόστατες
να καταλαβαίνουν οι λίγοι
ή μόνο η ερημιά που φτάνει
απ’ τα βουνά
λες και μόνο αυτή μπορεί
να εκμυστηρευτεί
όσα θα κρατούσε στα σπλάχνα της
μια αρχέγονη μάνα

Τί πάει να πει λοιπόν
αναταραχή;
τί πάει να πει
απογοήτευση;

Βαριά ντυμένος τη σάρκα σου
ξεγελάς
τα βαθύτερα πάθη σου
και πληγώνεις
τα πιο μεγάλα μυστικά σου.


[Γιώργος Σαράτσης]